Το χρονικό της δολοφονίας της 20χρονης Καρολάιν- Πως έφτασε η αστυνομία στην εξιχνίαση του εγκλήματος- Τι ομολόγησε ο 33χρονος (Βίντεο)

(Φωτογραφία: ieidiseis.gr)

Σε δηλώσεις για την εξιχνίαση υπόθεσης ανθρωποκτονίας 20χρονης στα Γλυκά Νερά, προχώρησαν σήμερα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας.

Ο Προϊστάμενος Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής, Αστυνομικός Υποδιευθυντής Κωνσταντίνος Χασιώτης παρουσίασε το ιστορικό της έρευνάς, για να λυθούν κάποιες απορίες για το χρονικό και την αλληλουχία των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν.

Όλα ξεκίνησαν την 11η Μαΐου του τρέχοντος έτους , στις 6.20 ώρα το πρωί, όταν το Κέντρο της Άμεσης Δράσης ειδοποιήθηκε από τον σύζυγο του θύματος, ο οποίος κάλεσε σε βοήθεια.

Οι αστυνομικοί που πήγαν πρώτοι στο σημείο , είδαν πρώτοι το θύμα στο κρεβάτι νεκρό και τον σύζυγό της στο πάτωμα, δίπλα από το κρεβάτι δεμένο με σχοινί στα χέρια και στα πόδια και με ταινία στο κεφάλι του.

Οι αστυνομικοί αντίκρισαν από την πρώτη στιγμή και το έντεκα μηνών βρέφος να βρίσκεται πάνω στο θύμα.

Τα πρώτα χρήσιμα δεδομένα που προέκυψαν σ την έρευνα ήρθαν από το εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και το κυριότερο εύρημα ήταν η αιτία θανάτου που όπως διαπιστώθηκε οφειλόταν σε ασφυξία.

Σε ασφυξία δια αποφράξεως των αεροφόρων οδών όπως λέμε, δηλαδή με κλείσιμο της μύτης και του στόματος.

Βρέθηκαν τα χέρια του θύματος δεμένα πισθάγκωνα και χρόνος θανάτου προσδιορίσθηκε μεταξύ 4ης και 5ης πρωινής ώρας.

Επίσης παρατηρήθηκαν κάποια σημάδια, εκχυμώσεις όπως λέμε, στα χέρια και στα πόδια του συζύγου από τα δεσμά με τα οποία ήταν δεμένος.

Ένα κρίσιμο εύρημα ήταν ότι , αυτά τα σημάδια ήταν μόλις διακρινόμενα , δεν ήταν ιδιαίτερα ορατά και αυτό δημιούργησε έναν αρχικό προβληματισμό, για το κατά πόσο αυτό ήταν αναμενόμενο σε σχέση με τον χρόνο κατά τον οποίο ο σύζυγος ισχυρίσθηκε αρχικά ότι ήταν δεμένος.

Η αστυνομία συνέχισε να ερευνά το χώρο στον οποίο είχε λάβει χώρα το περιστατικό και παρατηρήθηκαν κάποιες μεταβολές σε σχέση με την αρχική του κατάθεση, διαπιστώθηκε δηλαδή ότι οι χώροι είχαν ερευνηθεί όχι ιδιαίτερα σχολαστικά αλλά επιλεκτικά σε ορισμένα σημεία, κυρίως στον χώρο του υπνοδωματίου αλλά και στο σαλόνι.

Επίσης, διαπιστώθηκε ότι ήταν παραβιασμένο ένα παράθυρο στο υπόγειο και αυτό ήταν το σημείο που υπήρξε η εκτίμηση ότι ενδεχομένως είχαν εισέλθει οι δράστες, τους οποίους ανέφερε ο σύζυγος του θύματος ότι είχαν μπει μέσα για να ληστέψουν το ζευγάρι.

Επίσης διαπιστώθηκε κάτι που ήταν σχετικά ασυνήθιστο, μάλλον εξαιρετικά ασυνήθιστο, ότι ο σκύλος της οικογένειας βρισκόταν κρεμασμένος στην κουπαστή της σκάλας.

Εκτός από την εικόνα αυτή του χώρου κατασχέθηκαν από την Υπηρεσία πειστήρια, για τα οποία υπήρχε η ελπίδα ότι θα βοηθήσουν στην πορεία των ερευνών και τα πιο χρήσιμα από αυτά ήταν μια κάμερα που βρισκόταν εγκατεστημένη στον χώρο του σαλονιού, ένα ρολόι ψηφιακό, smartwatch που λέμε, το οποίο φορούσε το θύμα στο χέρι του και τα κινητά τηλέφωνα του θύματος και του συζύγου.

Ένα μεγάλο μέρος των ερευνών αρκετά μεγάλο, αφιερώθηκε στην αρχή για να διαπιστωθεί, να ελεγχθεί ο ισχυρισμός του συζύγου και να διαπιστώσουν οι αστυνομικοί με ποιον τρόπο και ποιοι άνθρωποι είχαν εισέλθει μέσα στο διαμέρισμα του ζεύγους.

Παρά τις αγωνιώδεις και κοπιώδεις προσπάθειες και αφού οι αστυνομικοί συνέλεξαν πλήθος υλικού, μαρτυρίες και αλλά και με τη βοήθεια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών που εξέτασε εργαστηριακά τον χώρο, δεν κατορθώθηκε, παρά τις προσπάθειες των αστυνομικών, να διαπιστώσουν την ύπαρξη άλλων προσώπων πέραν των δύο ενηλίκων που βρισκόταν εκείνη τη στιγμή στο σπίτι και του μωρού.

Το γεγονός αυτό του αν επιβεβαιωνόταν άφηνε μόνο μία άλλη εκδοχή πιθανή, εφόσον δεν ήταν άλλοι δράστες, οι όποιοι να ευθύνονταν για την δολοφονία του θύματος , τότε η έρευνα έπρεπε αναγκαστικά να στραφεί στον σύζυγο.

Η εξέταση κάποιων πειστηρίων και ιδιαίτερα των ψηφιακών πειστηρίων που είχαν κατασχεθεί από τον χώρο, έδωσε κάποιες ενδείξεις και ειδικά κάποια από τα πειστήρια που έδειχναν κίνηση αντικειμένων και ειδικά του τηλεφώνου του συζύγου κατά τον χρόνο που αυτός είχε δηλώσει ότι ήταν δεμένος, αυτά λοιπόν τα ευρήματα έδωσαν κάποιες ενδείξεις ότι ήταν πιθανή μία εμπλοκή του συζύγου στην δολοφονία της 20χρονης κοπέλας.

Για να επιβεβαιωθούν αυτές οι υποψίες που είχαν δημιουργηθεί, θα έπρεπε να εξετασθεί πλέον σχολαστικά και με ιδιαίτερες λεπτομέρειες τον σύζυγο, ο οποίος μεταφέρθηκε στην Γενική Αστυνομική Διεύθυνση και πλέον εξετάσθηκε με σχολαστικότητα και θέτοντας του ιδιαίτερα ερωτήματα.

Κατά την αρχική συζήτηση μαζί του όμως μαζί του και πριν προλάβουν να εκθέσουν σε αυτόν τα ευρήματα της έρευνας, απέτρεψε την συζήτηση πάνω στη σχέση που είχε με το θύμα, πάνω στη σχέση που είχε με το παιδί του και προς έκπληξη των αστυνομικών πάνω στη σχέση που είχε δημιουργηθεί με την ομάδα που ερευνούσε την υπόθεσή του και ιδιαίτερα με τον επικεφαλής της ομάδας αυτής.

Συνεχίζοντας λοιπόν τη συζήτηση πάνω στα ζητήματα που είχε ο ίδιος αρχίσει να θέτει, σε κάποιο στάδιο της εξέτασής του, ήθελε να διαβεβαιώσει τους αστυνομικούς ότι ποτέ δεν ήθελε να εξαπατήσει και να πει ψέματα και το μόνο που ήθελε ήταν να αποφύγει την σύλληψη για να μείνει με το παιδί του, έξω από την φυλακή.

Αυτό γρήγορα οδήγησε στην ομολογία της πράξης του, την οποία απέδωσε σε έναν διαπληκτισμό που είχαν με τη σύζυγό του. Αυτός ο διαπληκτισμός δημιούργησε μία έκρηξη συναισθήματος και δεν άργησε να οδηγήσει στο αποτέλεσμα που γνωρίζουμε.

Επιβεβαίωσε τα ευρήματα τα ιατροδικαστικά, ότι δηλαδή, επέφερε το θάνατο στη σύζυγο του, με ασφυκτικό μηχανισμό, όπως λέμε και στη συνέχεια περιέγραψε τις κινήσεις του, όπως την παραβίαση του παραθύρου, την οποία ο ίδιος έκανε, την έρευνα που δημιούργησε στο χώρο, την θανάτωση του σκύλου που υπήρχε μέσα στο σπίτι, αναφέρθηκε στην αφαίρεση μιας κάρτας μνήμης από την κάμερα που ήταν εγκατεστημένη στο χώρο του σαλονιού, ώστε να μην είναι διαθέσιμο στην αστυνομία το υλικό που είχε καταγραφεί.

Είπε στους αστυνομικούς ότι ο ίδιος έδεσε τον εαυτό του και τηλεφώνησε στην Άμεση Δράση , όλα αυτά όπως ήδη είναι αντιληπτό, αλλά όπως είπε και ο ίδιος, έγιναν προκειμένου να σκηνοθετήσει το χώρο έτσι ώστε να πείσει την αστυνομία ότι πρόκειται για ληστεία.

Ο Διοικητής Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, Υποστράτηγος Πέτρος Τζεφέρης τόνισε πως η ΕΛ.ΑΣ. δούλεψε από την πρώτη μέρα συντεταγμένα και με πείσμα πάνω στην υπόθεση και πως σε αυτή είχαν ως άνθρωποι ένα λόγο παραπάνω.

Σύμφωνα με τον κ. Τζεφέρη, η υπόθεση ήταν δύσκολη, διότι δεν υπήρχαν στοιχεία και ίχνη και η αστυνομία δεν δουλεύει με υποψίες οφείλει να σχηματίζει δικογραφίες, δηλαδή να τεκμηριώνει αδιάσειστα ότι λέει.
Σημείο-κλειδί ότι οι αστυνομικοί έχτισαν μία σχέση εμπιστοσύνης με το σύζυγο του θύματος.

Η Διευθύντρια Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, Υποστράτηγος Πηνελόπη Μηνιάτη τόνισε πως το προσωπικό της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών μαζί με το προσωπικό του Τμήματος Ανθρωποκτονιών της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής από την πρώτη στιγμή διενήργησε πολύωρη και ενδελεχή εξερεύνηση της οικίας και του περιβάλλοντα χώρου και περισυνέλλεξε στοιχεία, ίχνη και πειστήρια προς εργαστηριακή αξιοποίηση.

Πραγματοποιήθηκε εργαστηριακή εξέταση αυτών τόσο από τα Εργαστήρια DNA, όσο και από τα λοιπά Τμήματα της Διεύθυνσης, όπως το Τμήμα Εξερευνήσεων αναφορικά με τα αποτυπώματα, το Τμήμα Φωτογραφικού αναφορικά με το ηλεκτρονικό σκίτσο που δημιουργήθηκε κατά περιγραφή του Χαράλαμπου Αναγνωστόπουλου και επίδειξη φωτογραφιών στο πλαίσιο του modus operandi, το Τμήμα Ιχνών και Εργαλείων αναφορικά με το σημείο εισόδου και άλλων.

Τα αποτελέσματα των πολυήμερων εξετάσεων κατέδειξαν την πολυπλοκότητα της συγκεκριμένης υπόθεσης, ενώ έγινε άμεσα κατανοητό ότι ο τρόπος και η μεθοδολογία της υπόθεσης αυτής απαιτούσαν περαιτέρω επιστημονική διερεύνηση.

Στο σημείο αυτό των εργαστηριακών εξετάσεων, απεδείχθη εξαιρετικά κρίσιμη η αξιοποίηση του ψηφιακού υλικού που παραδόθηκε από την Ασφάλεια Αττικής και εξετάσθηκε από το Τμήμα Εξέτασης Ψηφιακών Πειστηρίων.

Κατά την εξέταση των ψηφιακών δεδομένων έγινε άμεσα αντιληπτό, από το εξειδικευμένο προσωπικό, ότι βάσει των στοιχείων που προέκυπταν, υπήρχαν έντονες αναντιστοιχίες. Μια σειρά ερωτημάτων θα έπρεπε να τεθούν, οι απαντήσεις των οποίων απεδείχθησαν πολύτιμα και καθοριστικά στοιχεία για την εξιχνίαση της υπόθεσης.

Κοινοποίηση