Αναβίωσε το έθιμο της «Ντουντούλας» στην Πεντάπολη

Αναβίωσε και φέτος το έθιμο της «Ντουντούλας» από τον Πολιτιστικό Σύλλογο “ΤΟ ΣΑΡΜΟΥΣΑΚΛΙ”, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του ανταμώματος των Πενταπολιτών.

Πρόκειται για ένα πολύ παλιό έθιμο που οι ρίζες του φθάνουν στην αρχαιότητα και μας παραπέμπουν σε τελετουργικά επίκλησης προς τον Όμβριο Δία, για να στείλει στους θνητούς ανθρώπους την πολυπόθητη και ζωογόνο βροχή.

Από την Άνοιξη έως το Φθινόπωρο και κυρίως τους θερινούς μήνες σε περιόδους έντονης ξηρασίας οι γεωργοί βρίσκονταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Βλέποντας το βιός τους να κινδυνεύει να χαθεί από την έλλειψη νερού και μη έχοντας καμία διέξοδο κατέφευγαν στις Μεγάλες Δυνάμεις τις Θεϊκές.

Όπως οι πρόγονοί τους έτσι και αυτοί επιστράτευαν τα Μεγάλα Μέσα. Όλα ξεκινούσαν από μια ομάδα ή μια παρέα χωριανών που αποφάσιζαν να κάνουν την «Ντουντούλα» για να εξευμενίσουν τον Θεό να βρέξει.

Έβρισκαν έναν άνδρα, συνήθως ήταν εργένης και τον έντυναν ολόσωμα με μεγάλα μακριά χόρτα και θάμνους.

Τα χόρτα αυτά φύονται ακόμα και σήμερα μέσα στο νερό σε παρόχθιες περιοχές λιμνών, χειμάρρων και ρυακιών γύρω από το χωριό και είναι τα γνωστά στην περιοχή υδροχαρή φυτά «Βούζια» με την περίεργη μυρωδιά τους, το «Ψαθόχορτο» κ.ά.

Πολλές φορές έπρεπε να κοπούν και να είναι έτοιμα από την προηγούμενη ημέρα. Έτσι για να μην μαραθούν τα διατηρούσαν σε σκιερό μέρος μέσα σε βαρέλια ή καζάνια με νερό, βρέχοντας τα φύλλα τους κατά διαστήματα. Επρόκειτο δηλαδή για έναν κινούμενο θάμνο.

Αφού όλα ήταν έτοιμα ξεκινούσαν την τελετή με πομπή.

Μπροστά πήγαινε η «Ντουντούλα» και ακολουθούσαν όλη η παρέα και πολλοί χωριανοί. Περιφέρονταν στα κεντρικότερα μέρη του χωριού. Αρκετές φορές την εκδήλωση συνόδευαν νταούλια με ζουρνάδες ή γκάιντα.

Καθώς προχωρούσε η «Ντουντούλα» συνεχώς λικνίζονταν – χόρευε – πηδούσε και έβγαζε κραυγές φωνάζοντας «βάι – βάι ντουντούλα, πουλύ βρουχή – πουλύ βρουχή».

Τα ίδια ανταπαντούσαν και ο κόσμος δίνοντας ευχές για να βρέξει. « άϊντε ντουντούλα καλή βρουχή – πουλή βρουχή κι τα πιδούδια(παιδιά) φώναζαν – βρέξει-βρέξει πάππου να γίνουν τα σταφύλια». Καθώς διέρχονταν έξω από τα σπίτια, κάτω από τα μπαλκόνια, τα μαγαζιά, τους καφενέδες, τις πλατείες , όλος ο κόσμος με διάφορα σκεύη που διέθετε εκείνη την στιγμή τον κατέβρεχαν.

Κουβάδες, κανάτες, κύπελλα, τενεκέδες, μαστραπάδες, στάμνες, γκιούμια, μπούκλους, μπακράτσια, κ. ά, άδειαζαν το νερό επάνω του, για το καλό, για να βρέξει. Όπως γίνετε αντιληπτό ο άνθρωπος αυτός ήταν καταβρεγμένος από την κορυφή ως τα νύχια.

Φωτογραφίες αρχείο από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Πεντάπολης

Κοινοποίηση