Του Δημήτρη Καστώρη
Αναδημοσίευση από τη «Βραδυνή της Κυριακής»
Η παγκόσμια ανησυχία για έναν πυρηνικό πόλεμο μπορεί να είναι και υπερβολική, αλλά η συνεχής αναφορά για χρήση πυρηνικών όπλων από τον Βλάντιμιρ Πούτιν στον πόλεμο στην Ουκρανία, συντηρεί το φόβο.
Πόσο μάλιστα, όταν οι δαπάνες για τα πυρηνικά οπλοστάσια έχουν εκτοξευθεί. Μόνο την περασμένη χρονιά το ποσό άγγιξε τα 82,4 δισ. δολάρια.
Μετά τη πτώση του Τείχους του Βερολίνου, τη διάλυση της ΕΣΣΔ και τη θεωρητική λήξη του Ψυχρού Πολέμου, απομακρύνθηκε εντελώς ο κίνδυνος του πυρηνικού ολέθρου.
Δεν υπήρχε, πλέον, το Σιδηρούν Παραπέτασμα, ένα από τα δύο αντίβαρα στην ισορροπία τρόμου που είχε αναπτυχθεί. Πρώτο μέλημα των Μεγάλων Δυνάμεων, με «μπροστάρη» τις ΗΠΑ, ήταν η διασφάλιση της αποφυγής χρήσης των πυρηνικών όπλων που βρίσκονταν διάσπαρτα σε χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας και της πρώην ΕΣΣΔ, από τρομοκρατικές οργανώσεις και η παράδοση πυρηνικού εξοπλισμού σε μη πυρηνικές, έως τότε, δυνάμεις.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα αυτό επετεύχθη, καθώς Λευκορωσία, Καζακστάν και Ουκρανία, που διέθεταν πυρηνικά όπλα στο έδαφός τους, τα μετέφεραν όλα στη Ρωσία έως το 1996.
Σήμερα, οι χώρες που διαθέτουν πυρηνικά όπλα είναι η Ρωσία, οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Ινδία, η Κίνα, το Ισραήλ, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Πακιστάν και η Βόρεια Κορέα. Βάσει της συμφωνίας για την κοινή χρήση πυρηνικών όπλων που είναι μέρος της πολιτικής άμυνας του ΝΑΤΟ, πυρηνικά όπλα των ΗΠΑ υπάρχουν στην Τουρκία, τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ιταλία και την Ολλανδία. Αυτά φυλάσσονται από τις αμερικανικές δυνάμεις που εδρεύουν σε αυτές τις χώρες.
Πυρηνικά όπλα έχει, πλέον, στο έδαφός της και η Λευκορωσία, τους τελευταίους μήνες, ύστερα από σχετική συμφωνία με τη Ρωσία και τις εξελίξεις στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Ο φόβος χρήσης πυρηνικών όπλων μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, επανήλθε. Άπειρες φορές, είτε ο πρόεδρος Πούτιν ακροθιγώς ή και ευθέως, είτε ο Ντμίτρι Μεντβέντεβ, κάνοντας χρήση σκληρότατης ρητορικής, αναφέρθηκαν στη ρωσική πυρηνική υπεροπλία. Αυτό σαφώς και δεν άφησε αδιάφορους τους υπόλοιπους «πυρηνικούς παίχτες».
Το περασμένο έτος σημειώθηκε εκτίναξη των συγκεκριμένων δαπανών, με το ποσό να ανέρχεται στα 85 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την έκθεση της Διεθνούς Εκστρατείας για την Κατάργηση των Πυρηνικών Όπλων (ICAN).
Ταυτοχρόνως, το Διεθνές Ινστιτούτο Μελετών για την Ειρήνη (SIPRI), σε δική του έκθεση υπογραμμίζει ότι οι πυρηνικές δυνάμεις αύξησαν τις δαπάνες τους εκσυγχρονίζοντας και αναπτύσσοντας το πυρηνικό τους οπλοστάσιο.
Όπως τονίζει η ICAN, σε παγκόσμιο επίπεδο οι δαπάνες για τα πυρηνικά όπλα αυξήθηκαν το 2023 κατά 10,8 δισ. δολάρια.
Τη μερίδα του λέοντος για την περασμένη χρονιά κατέχουν οι ΗΠΑ με 51,5 δισ. δολάρια και ακολουθούν η Κίνα με 11,8 δισ. δολάρια και η Ρωσία με 8,3 δισ. δολάρια.
Άξια αναφοράς είναι και η αύξηση των δαπανών του Ηνωμένου Βασιλείου με 8,1 δισ. δολάρια, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά.
Από το 2018 η αύξηση των δαπανών για τους πυρηνικούς εξοπλισμούς έχει σημειώσει αλματώδη αύξηση.
Τότε ανερχόταν σε 68,2 δισ. δολάρια, τονίζει ICAN, σημειώνοντας χαρακτηριστικά, ότι οι πυρηνικές δυνάμεις δαπανούν κάθε δευτερόλεπτο 2.898 δολάρια. Ποσοστιαία η αύξηση των δαπανών άγγιξε το 33%!
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του SIPRI, το 2023 υπήρχαν 12.512 πυρηνικές κεφαλές σε ολόκληρο τον πλανήτη, οι οποίες μειώθηκαν σε 12.121 έως τις αρχές του 2024.
Εξ αυτών 9.585 ήταν έτοιμες προς χρήση και 2.100 σε «υψηλό επιχειρησιακό συναγερμό», ήδη τοποθετημένες σε βαλλιστικούς πυραύλους.
Το 90% των πυρηνικών όπλων ανήκει, φυσικά, σε Ρωσία και ΗΠΑ. Από το 2018 και μετά, τα ποσά που δαπανώνται για το πυρηνικό οπλοστάσιο των χωρών είναι τεράστια. Το 2019 οι 9 πυρηνικές δυνάμεις διέθεσαν 72,9 δισ. δολάρια, ποσό αυξημένο κατά 10% σε σχέση με το 2018.
Εξ αυτών τα 35,4 δισ. τα δαπάνησαν οι ΗΠΑ του Τραμπ, που έδωσε τεράστια βαρύτητα στον εκσυγχρονισμό του πυρηνικού οπλοστασίου της χώρας του τα πρώτα τρία έτη της θητείας του.
Ακολούθησαν η Κίνα με 10,4 δισ. δολάρια, το Ηνωμένο Βασίλειο με 8,9 δισ. και η Ρωσία με 8,5 δισ. δολάρια. Το 2022 σημειώθηκε πάλι αύξηση, ύψους 9%, σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, και το ποσό που δαπανήθηκε ανήλθε στα 82,4 δισ. δολάρια.
Οι ΗΠΑ δαπάνησαν 44,2 δισ., ποσό αυξημένο κατά 12,7% σε σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο έτος, ενώ η Κίνα αφιέρωσε 11,7 δισ., και ακολούθησαν Ρωσία με 8,6 δισ., Γαλλία με 5,9 δισ. και Ηνωμένο Βασίλειο με 6,8 δισ. δολάρια.
Οι πυρηνικές δυνάμεις του κόσμου, με πρώτες της ΗΠΑ, προφανώς και αφουγκράστηκαν πολύ καλά, τότε, το μήνυμα του Ρώσου Ππροέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν την 1η Μαρτίου 2018.
Ο Ρώσος πρόεδρος είχε παρουσιάσει μία σειρά των νέων όπλων της Ρωσικής Ομοσπονδίας, μεταξύ αυτών τον υπερηχητικό πύραυλο Κινζάλ («στιλέτο»), τον διηπειρωτικό πύραυλο Αβανγκάρντ («εμπροσθοφυλακ»), και μία σειρά από οπλικά συστήματα, τα οποία ανέλυε για ένα δίωρο.
Τότε, ο Πούτιν κατά τη διάρκεια του διαγγέλματός του (και αφού το 2014 είχε προηγηθεί η προσάρτηση της Κριμαίας), μεταξύ άλλων υπογράμμισε: «Δεν αποκρύψαμε, όπως βλέπετε, κανένα από τα σχέδιά μας, αλλά μιλούσαμε γι’ αυτά ανοιχτά επιδιώκοντας να παρακινήσουμε τους εταίρους μας να συμμετάσχουν στις συνομιλίες. Επαναλαμβάνω, αυτό έγινε το 2004. Και παρόλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζαμε στην Οικονομία, στα οικονομικά μας, στην αμυντική βιομηχανία, στον στρατό, η Ρωσία ήταν και εξακολουθεί να είναι η μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη. Τότε στην ουσία κανείς δεν ήθελε να συνομιλήσει μαζί μας, κανείς δεν μας άκουγε. Τώρα όμως θα μας ακούσετε!».
Και όπως φαίνεται, τον άκουσαν.
Με τις πολεμικές συγκρούσεις σε Ανατολική Ευρώπη και Μέση Ανατολή να βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, με ανάλογες συρράξεις στην αφρικανική ήπειρο, καθώς και με διάφορες εντάσεις σε πολλά σημεία του πλανήτη, είναι φανερό ότι η ρήση του Πλάτωνα «δια την των χρημάτων κτήσιν πάντες οι πόλεμοι γίγνονται», είναι απολύτως ταιριαστή.
Αρκεί να μην λησμονηθεί ο Πατέρας της Ιστορίας, ο Ηρόδοτος, που έγραψε: «Ουδείς γαρ ούτω ανόητος εστί όστις πόλεμον προ ειρήνης αιρέεται• εν μεν γαρ τη οι παίδες τους πατέρας θάπτουσι, εν δε τω οι πατέρες τους παίδας».
Πηγή: vradini.gr