Της Πόπης Χαριτωνίδου –Γαρούφα
Αρχαιολόγος-Ιστορικός τέχνης
Φθαρμένοι τοίχοι, μια σόμπα στο κέντρο του χώρου με τα μπουριά της πυρωμένα από την δυνατή φωτιά της σόμπας, Γύρω γύρω τραπεζάκια πλαισιωμένα με τις φθαρμένες ψάθινες καρέκλες. Στο βάθος ο μπάγκος με τα απαραίτητα σύνεργα (χόβολη μπρίκι καφές ζάχαρη και το απαραίτητο λουκουμάκι να τον συνοδεύει.) Η εικόνα του συνοικιακού ανδροκρατούμενου καφενέ. Η γνώριμη κουλτούρα του καφέ.
Η καθημερινή αδιαπραγμάτευτη συνήθεια.
Τις κουβέντες του καφέ,τις συζητήσεις των θαμώνων διακόπτει μια φωνή. «Ο καρεκλαααάς!!!» Φωνάζει ο καρεκλάς και κατηφορίζει προς τον καφενέ.Σίγουρη στάση μια και το μόνο σίγουρο ότι εκεί θα βρει φθαρμένη καρέκλα για φτιάξιμο.
Περνάει ο καρεκλάς, τον φωνάζει ο καφετζής και η δουλειά ξεκινά επί τόπου.
Κάθεται ο τεχνίτης στο πεζουλάκι και ξεκινά η επιδιόρθωση. βρέχει το χόρτο για να μαλακώσει , αφού σηκώσει τα μανίκια έτοιμος πια για το έργο ξεκινά…Την πλέκει υπομονετικά. Με σηκωμένα τα μανίκια και το τσιγάρο στο στόμα, καθισμένος σε ένα πεζουλάκι πλέκει. Περίπου μια ώρα έκανε για να την ολοκληρώσει. Στο τέλος ανέβηκε πάνω της όρθιος, είδε ότι είναι γερή, διαβεβαίωσε ότι δε θα πάθει τίποτα και την παραδίδει στον κάτοχό της και συνεχίζει την πορεία του..χάνεται στο πλήθος, φωνάζοντας «ο καρεκλαααάς»…