Χριστούγεννα στο Αηδονοχώρι Βισαλτίας- Έθιμα, κάλαντα και εορταστικές λιχουδιές

Ρεπορτάζ: Δημήτρης Καστώρης
Χριστούγεννα στο Αηδονοχώρι… μιτ’ν πόρτα ξικλείδουτ’ κι του τραπέζ΄στρουμένου, γιατί μπουρεί να έρτ’ ου Χριστός, που φανιρώνιτι μι κάποιουν ξένου.
Η λαογραφία των ημερών πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της εορτής των Χριστουγέννων, στην Ελλάδα, είναι ιδιαιτέρως πλούσια. Με μικρές και μεγάλες διαφορές, από περιοχή σε περιοχή. Στο Αηδονοχώρι του Δήμου Βισαλτίας, στην Π.Ε Σερρών, τα έθιμα της περιόδου αυτής, ριζωμένα στα αρχαία χρόνια, μπολιασμένα στη συνέχεια με στοιχεία του Χριστιανισμού και φυσικά επηρεασμένα, από τη βυζαντινή εποχή.
Το κείμενο που ακολουθεί, αποτελεί συλλογή από διάφορα κεφάλαια του βιβλίου της Ευθυμίας Τσιτκάνου, με τίτλο «Χαϊρλίδικα». Μεγάλο μέρος του είναι γραμμένο στην ντοπιολαλιά του Αηδονοχωρίου, ενώ αν υπάρχουν άγνωστες λέξεις, ακολουθεί σχετικό λεξιλόγιο…

Έθιμα Χριστουγέννων
«Τ’ς παραμουνές για τα Χριστούγεννα, οι νοικουκυρές θα πατώσουν (=θα ασπρίσουν, ασβεστώσουν) τα σπίτια, θα τα στολίσουμε κι τ’ν παραμουνή θα ετοιμαστούμι να σφάξουμι τα γ’ρούνια.
Του προυί, μόλις θα σ’κουθεί(=σηκωθεί, ξυπνήσει) η νοικουκυρά, θα βάλ’ ένα καζάν’ νιρό, για να ζιμτ’στεί(=να ζεσταθεί πολύ). Μιτάσ’κώνιτι (=σηκώνεται) κι νοικουκύρ’ς. Πααίν’ φέρνει τουνχασάπ’, για να κόψουν του γ’ρούν’. Του γ’ρούν’ του έχουμιμέσ’ στου κ’μάσ’ (=κουμάσι). Είναι του μέρους που βάζουμι τα γ’ρούνια. Γύρου γύρουείνικαρφουμένου μι ξύλα, για να μη βγαίν’ του γ’ρούν’. Του βγάζουμε. Παίρνει ου χασάπ’ς του τσ’κούρ’(=τσεκούρι) κι του χτυπάει στου κιφάλ’.Υστιρα μι του μαχαίρ’ του σφάζουμι, για να βγει του αίμα. Ύστιρα η νοικοκυρά παίρνει του φ’κιάρ’(=φτυάρι) μι τα κάρβουνα κι του θυμιάζ’. Αφού του καθαρίσουμι, του κρέας, του πλένουμι. Βγάζουμιύστιρα του λίπους κι του κάμνουμι παστό. Τουναλατίζουμι. Του ψαχνό του αλέθουμι κι του κάμνουμι λουκάνικα, τζγαρίδις(=τσιγαρίδες) κι καβουρμά. ‘Κείν’ τ’ν μέρα δεν τρώμι κρέας.
Τ’νάλλ’ τ’ μέρα, τα Χριστούγεννα, θα μαγειρέψουμι κρέας μι πράσα.
Τ’νπαραμουνή βγαίνουν τα πιδούδια κι τα κορτσούδια κι λέν’ τα κάλαντα. Στα χέρια τ’ς κρατούν κι ένα στουλ’ζμένου δέντρου.

ΚΑΛΑΝΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
«Ήρθαν τα Χριστούγεννα εορτή μιγάλη
κι του δέντρου του Χριστού ήρτιήρτι πάλι.
Δέντρου μι χρυσά στουλίδια μι κουφέτα μι πιγνίδια.
Δώρα πάρετε, παιδιά, απ’ του δέντρου τα κλαδιά
Κι ο Χριστός μας πάντοτε όλα μας τα φέρνει.»
Ή
«Καλήν ημέρα άρχοντες, αν είναι ορισμός σας,
Χριστού τη θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον στη Βηθλεέμ την πόλη.
Οι ουρανοί αγάλλονται. Χαίρει η φύσις όλη.
Εν τω σπηλαίωτίκτεται, εν φάτνη των αλόγων,
ο βασιλεύς των ουρανών κι ο ποιητής των όλων.
Σ’αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε, πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά να ζήσει.»
«Άντι κι του χρόνου» τα έλιγι ου νοικουκύρ’ς κι τα έδινι(=έδινε) κανένα μήλου, κανένα πουρτουκάλ’, λίγα μύγδαλα κι καρύδια, ξυλουκέρατα ή, αν ήταν δικό τ’ςπιδούδ’, του έδιναν λιφτά.
Του βράδ’ τ’ς παραμονής θυμιάζουμαστι κι τρώμινιρόβραστα φασούλια κι τ’ σαμόπ’τα , που τ’νκάμνουμιτ’νπαραμουνή. Ιτοιμάζουμι του τραπέζ ’ κι κάθουμαστιόλνοι γύρου γύρου. Ύστιρα ου πατέρας ή η χήρα μάνα μι ένα κιρούδ’(=μικρό κερί) αναμμένου κι μι του θυμιατό θυμιάζ ’μπρουστά του ‘κόνισμα, ύστιρα του τραπέζ’, όλου του σπίτ’ κι τα ζώα. Ιφχιέμαστι (=ευχόμαστε) όλνοι για τα Χριστούγεννα. Λέμε «Καλώς μας ήρθαν τα Χριστούγεννα». Ύστιρακόβουμι του τσουρέκ’*κι τρώμι. Άμα φάμι, του τραπέζ ‘ του αφήνουμιστρουμένου μι ένα πιάτου φαΐ κι τ’ σαμόπ’τα δίπλα. Του τζάκ’ τ’ αφήνουμι αναμμένου κι τ’ν πόρτα ξικλείδουτ’, γιατί μπουρεί να έρτ’ ου Χριστός, που φανιρώνιτι μι κάποιουν ξένου.
Τ’νάλλ’ τ’ μέρα προυίπρουί θα σ’κουθούμι κι θα πάμισ’νακκλησιά.
Ύστιραγυρνούμι στου σπίτ’ κι τρώμι. Τότι βγαίνουν κι τα πιδούδια κι λέν’ τα τρουπάρια (=τα κάλαντα) κι τα δίνουμι χρήματα.
«Με του δικό σας θέλημα, άρχοντες ν’ αρχινήσω
Χριστούγεννα τα κάλαντα να σας πολυχρονίσω,
Για να σάς πω τα θαύματα που έκανε εντός μου.
Με του Θεού τη δύναμη ήτανε φωτισμένος
Και με τις άλλες αρετές ήτανε στολισμένος».
*Τσουρέκι :το τσουρέκι δεν είναι σαν το καθημερινό το ψωμί. Αυτό αντί να το ψήσουν στο φούρνο απ’ ευθείας κατά γης, το βάζαν μέσα στο ταψί και το ψήνουν.
Τα παραπάνω αφηγήθηκε τον Φεβρουάριος του 1977 ο αείμνηστος Λογοθέτης Ευάγγελος, στη συγγραφέα του βιβλίου.

Συνταγή για σαμόπτα…


Υλικά
12 φύλλα χειροποίητα ή ένα κιλό φύλλο κρούστας.
Σουσάμι 400 γρ. (το σουσάμι το καβουρντίζω στο τηγάνι και μετά το στουμπίζω στο γουδί, για να βγάλει το άρωμα του), μία κούπα κοπανισμένα στο γουδί καρύδια, μισή κούπα ζάχαρη, ένα κουταλάκι του γλυκού κανέλλα, στη μύτη του κουταλιού γαρύφαλλο, δύο τριμμένες φρυγανιές.
Σιρόπι.
Ένα κιλό ζάχαρη και τέσσερα ποτήρια νερό. Ένα ξυλάκι κανέλλα, πέντε καρφάκια γαρύφαλλο, ένα κουταλάκι ξύσμα λεμόνι. Βράζω το σιρόπι. Μόλις αρχίσει να βράζει, ρίχνω ένα κουταλάκι χυμό λεμονιού, το βράζω για δέκα λεπτά και το κατεβάζω. Το ρίχνω αμέσως στην κρύα σαμόπιτα.
Εκτέλεση.
Απλώνω ένα φύλλο, το λαδώνω καλά και ρίχνω λίγη γέμιση. Ή ρίχνω τη γέμιση σε αλάδωτο φύλλο και ρίχνω μετά το λάδι. Αυτό το κάνω για κάθε φύλλο. Τη σκεπάζουμε με το τελευταίο φύλλο. Την κόβω σε ρόμβους και καρφώνω σε κάθε κομμάτι ένα γαρύφαλλο. Ραντίζω με νερό τη σαμόπιτα για να μη σηκώνονται τα φύλλα. Την ψήνω στους 150 βαθμούς για μία ώρα και 30 λεπτά περίπου. Σε κρύα σαμόπιτα ρίχνω το καυτό σιρόπι τη «ζεματώ».
(Τη συνταγή την αφηγήθηκε η αείμνηστη Παναγιώτα Δερμάτη γεννημένη το 1893)

ΛΕΞΙΛΟΛΟΓΙΟ
Πατώνω :< πάτος =βάζω πάτωμα σπιτιού, βάζω πάτο, πιάνω πάτο, ασπρίζω, ασβεστώνω.
Γουρούνι :<μ. σ. ν. γουρούνιον<*γρούνιν, υποκοριστικό του αρχ *γρώνη =θηλυκό γουρούνι, χοίρος αρχ.
Καζάνι :μσνκαζάνιν<Τουρκkazan =μεγάλη μετάλλιο χύτρα, λέβητας.
Ζεματώ: μσν ζεματίζω =βράζω <ζέμα =περιχύνετε με βραστό νερό.
Χασάπης :<Τουρκkasap=κρεοπώλης.
Κουμάσι(το) :<Τουρκkumas=ύφασμα κακής ποιότητας, κακός χαρακτήρας. <άραβqumas =χώρος για τα γουρούνια.
Τσεκούρι :<λατsecuris=πέλεκυς.
Φτυάρι :<πτυάριον, υποκαρχπτύον.
Κάρβουνο :<κάρβωνον<κάρβων=ξυλοκόπος<λατCarbo,- onis= άνθρακας.
Θυμιάζω :<θυμιώ= καίω θυμίαμα <θυμός =καπνός (<θύω).
Παστός=συντηρημένος στην άλμη, σε αλάτι <αρχ ρ. πάσσω /ττω =πασπαλίζω με αλάτι.
Λουκάνικο :<λατlucanicum =είδος αλλαντικά.
Τσιγαρίδες :<ιταλzigare=βγάζω οξύ ήχο.
Καβουρμάς:<τουρκkavurma =τσιγαρισμένο κρέας.
Πράσο :αρχπράσον=είδος λαχανικού.
Κάλαντα :<καλάνδη =η πρώτη μέρα του μήνα και κατ’ επέκταση του χρόνου <λατcalendae.
Κουφέτα :<ιταλconfeto=ζαχαρωτό.
Φάτνη:<αρχ φάτνη =πλεκτό καλάθι, η πάνθη>παχνί.
Τροπάρι :μσντροπάριον, υποκορ του αρχ τρόπος (=μελωδία, αρμονία), σύντομος εκκλησιαστικός ύμνος.

Πηγή φωτογραφιών: δημόσια ομάδα του fb ΑΗΔΟΝΟΧΩΡΙ ΣΕΡΡΩΝ

Κοινοποίηση