Του Απόστολου Αρβανίτη
Το απόγευμα της Κυριακής 15 Ιουνίου 2025, βρέθηκα στο χωριό Δάφνη του Δήμου Βισαλτίας της ΠΕ Σερρών, ένα μικρό χωριό, περίπου 250 μόνιμων κατοίκων σήμερα, στους βόρειους πρόποδες του Κερδυλίου Όρους, σε απόσταση 18 km από τη Νιγρίτα και 34 km από τις Σέρρες, με μακραίωνη ιστορία.
Η ονομασία του χωριού κατά τα Βυζαντινά χρόνια καθώς και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ήταν «Έζιοβα» ή «Έζοβα» και προϋπήρχε πριν το 1062 μ.Χ., όπως αναφέρεται σε παλαιό χειρόγραφο την Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους. Από τις διαθέσιμες μαρτυρίες φαίνεται ότι η «Έζιοβα» αποτελούσε το κέντρο της περιοχής, πριν αναπτυχθεί η Νιγρίτα και γίνει διοικητικό και θρησκευτικό κέντρο. Από πολλά χειρόγραφα διαφόρων Μονών του Αγίου Όρους, αναφέρεται ο «επίσκοπος Εζεβών» (έτσι λεγόταν το χωριό κατά τα Βυζαντινά χρόνια, καθώς και στην περίοδο της Τουρκοκρατίας και μάλιστα στον πληθυντικό γιατί υπήρχε «Άνω» και «Κάτω Έζιοβα»). Αναφορικά με τη νεώτερη ιστορία του, το χωριό πήρε το όνομα «Δάφνη» το έτος 1928 (για κάποια χρόνια ονομάζονταν «Νεροπλατάνα») και μέχρι το 1942 αποτελούσε εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο με περίπου 2800 κατοίκους.
Η Δάφνη αποτελεί ένα γνώριμο από παλαιά τόπο σε μια περιοχή φυσικού κάλλους. Συνεχώς και επί πολλά έτη, στο πλαίσιο εκπόνησης της διδακτορικής διατριβής, είχα τη χαρά να επισκέπτομαι τη Δάφνη, αφού βρίσκεται στη νότια πλευρά της ευρύτερης γεωθερμικής περιοχής Ιβήρων-Αχινού-Μαυροθάλασσας, ΝΝΔ των Ιβήρων, ενώ σε κοντινή απόσταση από αυτήν αναβλύζουν καρστικές πηγές με ιδιαίτερο γεωλογικό ενδιαφέρον. Όμως αυτή τη φορά, η επίσκεψη στη Δάφνη δεν είχε γεωλογικό-γεωθερμικό σκοπό αλλά ιστορικό.
Στην κεντρική πλατεία του χωριού δεσπόζει ο «Πύργος της Μάρως».
Αυτό το υπόλειμμα, σήμερα, του άλλοτε τριώροφου Πύργου έδωσε το έναυσμα για τη συγγραφή ενός παιδικού βιβλίου με τον τίτλο «Τα Μυστικά του Πύργου της Μάρως» από τον π. Αθανάσιο Βουρουτζή, κληρικό της Ι. Μητροπόλεως Σερρών & Νιγρίτης.
Το βιβλίο περιγράφει μια εκδρομή στη Δάφνη και μέσα από την αφήγηση του πατέρα προς τα τρία παιδιά στην κεντρική πλατεία του χωριού, με θέα τον Πύργο, ξεδιπλώνεται με απλό και απολύτως κατανοητό τρόπο η ιστορία της «Μάρως». Οι απορίες των μικρών παιδιών αλλά και οι ερωτήσεις του καφετζή του χωριού δίνουν τη δυνατότητα στον πατέρα του παιδικού αφηγήματος να παραθέσει όλα εκείνα τα ιστορικά στοιχεία που συνδέονται με τη ζωή και τη δράση της Μάρως με ένα τρόπο που δεν κουράζει τον αναγνώστη.
Η παρουσίαση του εν λόγω βιβλίου έλαβε χώρα το απόγευμα της Κυριακής 15 Ιουνίου 2025, στην κεντρική πλατεία της Δάφνης στο πλαίσιο εκδήλωσης που συνδιοργάνωσαν η Ιερά Μητρόπολη Σερρών & Νιγρίτης, ο Σύλλογος Γυναικών Δάφνης «οι Εζοβίτισσες» (https://www.facebook.com/profile.php?id=61576917800248) και οι εκδόσεις «Έαρ» (https://www.facebook.com/ekdoseis.ear).
Ποια, όμως, ήταν αυτή «Μάρω»;
Η «Μάρω» ή, για την ακρίβεια, Μάρα Μπράνκοβιτς γεννήθηκε το 1418 και υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες του 15ου αιώνα. Ήταν Ελληνοσερβίδα, κόρη του Ηγεμόνα της Σερβίας Γεωργίου Μπράνκοβιτς και της Ειρήνης Καντακουζηνού, κόρης του Ιωάννη Δ΄ του Μεγαλοκομνηνού, από τον Πόντο. Η Μάρω από μικρή έλαβε άριστη μόρφωση.
Για πολιτικούς λόγους, δόθηκε από τον Ηγεμόνα της Σερβίας Γεώργιο ως γυναίκα στο Σουλτάνο Μουράτ Β’ το 1435, σε ηλικία μόλις 17 ετών. Παρά το γάμο της με το Σουλτάνο Μουράτ τον Β’, ο οποίος έγινε στην Αδριανούπολη, η Μάρω διατήρησε τη χριστιανική της πίστη, ενέπνεε μεγάλο σεβασμό στην αυλή του Σουλτάνου και έπαιξε σημαντικό ρόλο στα θρησκευτικά και πολιτικά πράγματα της εποχής.
Ασκούσε ιδιαίτερη επιρροή στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Βοηθούσε τους Χριστιανούς, όσο και όπου μπορούσε. Ο Σουλτάνος Μουράτ Β’ είχε αποκτήσει από άλλη γυναίκα, η οποία είχε πεθάνει νωρίς, ένα γιο: το Μωάμεθ το Β’ (τον μετέπειτα «Πορθητή», που άλωσε την Κωνσταντινούπολη). Έτσι, έγινε η μητριά του Μωάμεθ Β’ του Πορθητή, με τον οποίο είχε πολύ καλή σχέση και ο οποίος την τιμούσε πάντα και τη σεβόταν ως μητέρα του, αφού η Μάρω δεν απέκτησε παιδιά. Στο παλάτι την αποκαλούσαν «Βαλιντέ Χανούμ Σουλτάνα», δηλ. μητέρα του Σουλτάνου. Το 1451 πέθανε ο Μουράτ ο Β’ σε ηλικία 47 ετών.
Η Μάρω αποφάσισε να επιστρέψει στη Σερβία και ο Μωάμεθ δέχθηκε την απόφασή της.
Σύμφωνα με τον Γ. Φραντζή, επιχειρήθηκε ο γάμος της Μάρως με τον Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο, ο οποίος είχε παντρευθεί δύο φορές χωρίς να αποκτήσει απογόνους, ενώ και οι δύο γυναίκες του πέθαναν. Η Μάρω, όμως, αρνήθηκε, έχοντας υποσχεθεί στον εαυτό της ότι δεν θα ξαναπαντρευόταν, παραμένοντας αγνή στην υπόλοιπη ζωή της.
Σ’ αυτό το σημείο τίθεται το εύλογο ερώτημα:
Αν η Μάρω νυμφεύονταν τον Κωνσταντίνο ΙΑ’ Παλαιολόγο, θα προχωρούσε ο Μωάμεθ ο Β’ στην άλωση της Κωνσταντινούπολης ή δεν θα επιχειρούσε την κατάληψή της, γνωρίζοντας ότι αυτοκράτειρα είναι ένα άτομο που τιμούσε και σεβόταν ιδιαίτερα;
Το 1456 πέθανε στη Σερβία ο πατέρας της Μάρως, Γεώργιος Μπράνκοβιτς, το θρόνο κατέλαβε ο μικρότερος αδελφός της Λάζαρος και ξεσπούν έριδες στο Βασίλειο της Σερβίας. Η Μάρω μαζί με τον τυφλό – από τους Τούρκους – αδελφό της Γρηγόριο και άλλα μέλη της βασιλικής οικογένειας εγκατέλειψαν τη Σερβία και κατέφυγαν στην οθωμανική αυτοκρατορία. O Mωάμεθ ο Β’ της παραχώρησε μια μεγάλη έκταση στην περιοχή της Έζ(ι)οβας, τη σημερινή Δάφνη, όπου και εγκαταστάθηκε με μια μικρή αυλή ευγενών και μοναχών, Σέρβων και Βυζαντινών. Η επιλογή της Έζ(ι)οβας δεν ήταν τυχαία. Η τοποθεσία ήταν κομβικής σημασίας για τους Ορθοδόξους που πήγαιναν στο Άγιο Όρος. Εξάλλου ο Οίκος των Μπράνκοβιτς διατηρούσε σχέσεις με το Άγιο Όρος και ιδιαίτερα με τις Μονές Χιλανδαρίου και Αγίου Παύλου, των οποίων οι μοναχοί ήταν Σερβικής καταγωγής. Στην περιοχή, λοιπόν, της Έζ(ι)οβας δημιουργήθηκε μια μικρή Πολιτεία. Από τον Πύργο της, η Μάρω διοικούσε όλα τα ευαγή ιδρύματα που δημιουργήθηκαν. Στην περιοχή έβρισκαν καταφύγιο πολλοί που διώκονταν από τους Τούρκους. Υπάρχει αναφορά, σύμφωνα με την οποία, οι φόροι χωριών της περιοχής (Έζοβα, Μαροβίτσα, Μύρκινος ή Δοξόμπος) δίνονταν κατά 60% στη Μονή Χιλανδαρίου και κατά 40% στη Μονή Αγίου Παύλου.
Λόγω της επιρροής της στην αυλή και το παλάτι του Σουλτάνου και των εκεί γνωριμιών της, η Μάρω κατάφερε να αποφυλακίσει, να εξαγοράσει και να σώσει από το θάνατο πολλούς Χριστιανούς.
Μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, η Μάρω – πληροφορηθείσα τη μεταφορά των Δώρων των Μάγων στον Ιησού (σμύρνα, λιβάνι, χρυσό) στο παλάτι του Μωάμεθ του Β΄ και προκειμένου να τα προστατέψει από τη μανία των Μουσουλμάνων – μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, όπου κατόπιν της παρέμβασής της στο Σουλτάνο και της εκτίμησης που της έτρεφε, τα παρέλαβε και τα μετέφερε στη Μονή Αγίου Παύλου, στο Άγιο Όρος, όπου φυλάσσονται μέχρι και σήμερα. Για να μην παραβιασθεί το άβατο του Αγίου Όρους, η Μάρω παρέδωσε τα Δώρα των Μάγων στους μοναχούς στον αρσανά (λιμανάκι) της Μονής.
Εκτός από τα Δώρα των Μάγων, η Μάρω κατάφερε να εξαγοράσει και να περισώσει και άλλα θρησκευτικά κειμήλια, έτσι ώστε να μην τα εκμεταλλευθούν οι Οθωμανοί, πολλά εκ των οποίων μεταφέρθηκαν στο Άγιο Όρος.
Στον παλαιό κώδικα του Ιερού Καθεδρικού και Προσκυνηματικού ναού των Αγίων Θεοδώρων των Σερρών (Παλαιά Μητρόπολη), στον οποίο γίνεται καταγραφή των αγίων σκευών και αμφίων της Μητρόπολης, αναφέρεται και «Εικόνισμα της κυρά Μάρω όπου είχε το Τίμιο ξύλο», πράγμα που δείχνει ότι είχε δωρίσει εικόνα της Παναγίας, που είχε και Τίμιο ξύλο, στον Παλαιό Μητροπολιτικό Ναό.
Η Μάρω, με τις παρεμβάσεις της, φρόντισε και για την παροχή προνομίων στους Έλληνες της Μακεδονίας, σχετικών με την ανάπτυξη του πληθυσμού και των κλάδων της χειροτεχνίας, όπως η οπλουργία, η υφαντουργία και η χρυσοχοΐα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας αυτοδιοικούμενης ελληνικής κοινότητας.
Η Μάρω πέθανε το 1487. Αναφέρεται ότι άφησε όλα της τα κτήματα στη Μονή Χιλανδαρίου. Άγνωστη παραμένει η θέση του τάφου της. Μια επιστημονική εκδοχή υποστηρίζει ότι ετάφη στην Μονή Εικοσιφοινίσσης του Όρους Παγγαίου, ενώ μια άλλη εκδοχή (που συμφωνεί και με την τοπική λαϊκή παράδοση) θεωρεί ότι ετάφη μεταξύ του Πύργου της στη Δάφνη και του Πύργου της Ορέσκειας, ενός οικισμού ΒΔ της Δάφνης.
Ιδού λοιπόν «τα μυστικά» που κρύβει ένα μικρό υπόλειμμα Πύργου σε ένα άσημο, σήμερα, χωριουδάκι της Βισαλτίας, τη Δάφνη!
Ο Πύργος της Μάρως, που ήταν τριώροφος, φαίνεται από τα ανασκαφικά δεδομένα ότι χρησιμοποιούνταν ως κατοικία. Μάλιστα κάποια εποχή κατά τον 16 ή 17ο αιώνα, ήταν σε χρήση, ενώ ο τελευταίος όροφος είχε ήδη καταρρεύσει. Στο σωζόμενο τμήμα του Πύργου δεν υπάρχει άνοιγμα για είσοδο. Προφανώς η είσοδος ήταν υπερυψωμένη, στο δεύτερο όροφο.
Ο Πύργος ακολουθεί την τυπολογία των Πύργων των Αγιορείτικων μετοχίων. Λέγεται ότι ο Πύργος επικοινωνούσε μέσω υπόγειου μυστικού περάσματος με τον Πύργο της Αγίας Μαρίνας που βρίσκεται έξω από το χωριό, μερικές εκαντοντάδες μέτρα προς τα δυτικά, κοντά στην Ορέσκεια. Η ύπαρξη πάντως αυτού του περάσματος δεν έχει εξακριβωθεί.
Ο Πύργος είναι χτισμένος με ισχυρή, προσεγμένη αργολιθοδομή μέσα στην οποία παρεμβάλλονται κομμάτια πλίνθων σε άτακτη, διάταξη. Χρησιμοποιήθηκαν πέτρες από τον παρακείμενο ποταμό Εζοβίτη και γωνιαίοι, κατεργασμένοι, πωρόλιθοι που πάρθηκαν τους πρόποδες του Κερδυλίου Όρους. Το «δέσιμο» του Πύργου γινόταν με ξυλοδεσιές, των οποίων υπολείμματα διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα.
Ο Πύργος καταστράφηκε πριν το 1753, ενώ πέρασε και από νεότερες περιπέτειες. Κάτοικοι του χωριού προσπάθησαν να αποσπάσουν πέτρες του για οικοδομικές του ανάγκες κατά την δεκαετία του 1940. Ο Πύργος νοικιάστηκε σε ιδιώτες από το Κράτος ως δημόσιο κτήμα! Για να προστατευθεί τελικά με ΦΕΚ από το Υπουργείο Πολιτισμού το 1957 ως διατηρητέο μνημείο.